Η Καλλιπάτειρα ήταν κόρη του ξακουστού “περιοδονίκη” Διαγόρα. Τα αδέλφια της ήταν επίσης Ολυμπιονίκες. Όταν ο γιος της Καλλιπάτειρας θα έπαιρνε μέρος στους Ολυμπιακούς Αγώνες, η επιθυμία της να τον δει να αγωνίζεται ήταν μεγάλη. Υπήρχε όμως αυστηρός Ολυμπιακός νόμος να μην μπορούν οι γυναίκες να παρακολουθούν τους αγώνες.
Αν συνέβαινε κάτι τέτοιο, θα έπρεπε να τις γκρεμίσουν από το ψηλό βουνό Τυπαίο για τιμωρία. Και η απειλή του θανάτου ακόμη δεν εμπόδισε τη λαχτάρα της μάνας να αντικρίσει το παιδί της νικητή.
Η Καλλιπάτειρα δεν υπολόγισε τον κίνδυνο. Ντύθηκε γυμναστής και μαζί με το πλήθος μπήκε μέσα στο στάδιο απαρατήρητη. Όταν ο γιος της τελικά κατάφερε να νικήσει, η μητέρα του συγκινήθηκε τόσο πολύ που έτρεξε να τον αγκαλιάσει με λατρεία. Αλίμονο!
Ο μανδύας της έπεσε και έτσι αποκαλύφθηκε η γυναικεία της φύση. Αμέσως τότε συνελήφθη. Η τιμωρία έπρεπε να είναι θάνατος. Παρ’όλα αυτά της δώσανε χάρη, επειδή η οικογένειά της ήταν φημισμένη. Η Καλλιπάτειρα γλίτωσε από βέβαιο θάνατο. Ακόμη και οι νόμοι λύγισαν μπροστά σε μία τόσο καταξιωμένη οικογένεια, μια οικογένεια Ολυμπιονικών.
Αυτό το γεγονός είχε τόσο μεγάλη επίδραση στους ποιητές και λογοτέχνες ώστε από αυτό να εμπνευστεί ο ποιητής Λορέντζος Μαβίλης και να γράψει το παρακάτω ποίημα:
«Αρχόντισσα Ροδίτισσα, πώς μπήκες; Γυναίκες διώχνει μια συνήθεια αρχαία εδώθε… Έχω ένα ανίψι τον Ευκλέα, τρία αδέρφια, πατέρα Ολυμπιονίκες- να με αφήσετε πρέπει, Ελλανοδίκες, και γω να καμαρώσω μες τα ωραία κορμιά, που για το αγρίλι του Ηρακλέα παλεύουν, θαυμαστές ψυχές αντρίκειες. Με τες άλλες γυναίκες δεν είμαι όμοια στον αιώνα το σόι μου θα φαντάζει με της αντρείας τα αμάραντα προνόμια. Με μάλαμα γραμμένος το δοξάζει σε αστραφτερό κατεβατό μαρμάρου ύμνος χρυσός του αθάνατου Πινδάρου.«
✻